Αρθρογράφος: Αγγελίνα Τσακίρη, Public Awareness Projects Officer, ActionAid Ελλάς
Πώς μπορούμε να αντιμετωπίσουμε τη διαδικτυακή βία; Υπάρχει κάτι που θα μπορούσαμε να κάνουμε ώστε να μην ανησυχούμε τόσο με την έκθεση των παιδιών μας στο διαδίκτυο; Μπορεί να μην υπάρχει ένας οδηγός για το κάθε παιδί συγκεκριμένα, όμως σίγουρα υπάρχουν κάποια βήματα και συμπεριφορές που μπορούν να καθοδηγήσουν τους γονείς που πολλές φορές νιώθουν ότι βαδίζουν σε αχαρτογράφητα νερά λόγω της έλλειψης επαρκούς εκπαίδευσης και πληροφόρησης. Δύο γυναίκες με διαφορετικές ειδικότητες και εμπειρία πάνω στο θέμα, η Μαριάννα Τζίμα, που είναι Ψυχολόγος και Υπεύθυνη επικοινωνίας και εκπαιδευτικών προγραμμάτων στο Διεθνές Ινστιτούτο για την Κυβερνοασφάλεια και η Χριστίνα Κυριακίδη, Υπεύθυνη Προγραμμάτων της Οργάνωσης Codeca (Center for Social Cohesion, Development and Care), έρχονται να δώσουν κάποιες συμβουλές και κατευθύνσεις για γονείς.
Πώς θα καταλάβω ότι το παιδί μου δέχεται ψηφιακή βία
Πρώτα απ’ όλα οι γονείς ανησυχούν για το πώς θα καταλάβουν ότι το παιδί τους δέχεται ψηφιακή βία. Σύμφωνα με έρευνα για τη διαδικτυακή βία κατά γυναικών και κοριτσιών που έγινε σε τέσσερις χώρες (Ελλάδα, Ιταλία, Κύπρο και Σλοβενία), στο πλαίσιο του ευρωπαϊκού έργου TRACeD, με τη συμμετοχή γονέων, ειπώθηκε ότι «η αλλαγή συμπεριφοράς συνήθως εκδηλώνεται με το να είναι αντικοινωνικό το παιδί, να σταματά τις εξωσχολικές δραστηριότητες και να αρνείται να πάει στο σχολείο. Στη συνέχεια, μπορεί να οδηγείται ακόμα και σε σκέψεις ή απόπειρες αυτοκτονίας».
Τα παιδιά λοιπόν, είναι πιθανό να νιώθουν Φόβο, άγχος, αγωνία και ντροπή όπως μας είπε η Χριστίνα Κυριακίδη, να κλείνονται στον εαυτό τους ή ακόμα και να κάνουν σκέψεις αυτοκαταστροφικές. Αντίστοιχα, η Μαριάννα Τζίμα συμβουλεύει τους γονείς να επαγρυπνούν όσον αφορά αλλαγές στη συμπεριφορά του παιδιού τους, π.χ. αν δουν ότι ξαφνικά άρχισε να αποφεύγει τις διαδικτυακές επαφές και την ενασχόληση με το διαδίκτυο και τα social media, χωρίς αυτό να δικαιολογείται από αλλαγή προσωπικών προτιμήσεων του παιδιού ή αν αδυνατεί να σταματήσει να έρχεται σε επαφή με κάποιον στο διαδίκτυο και ασχολείται σε ανησυχητικό βαθμό με αυτό.
Όμως τι πρέπει να κάνουν οι γονείς σε αυτή την περίπτωση και πώς μπορούν να το διαχειριστούν;
«Δεν έχω ιδέα πώς να γίνω γονιός στην ψηφιακή εποχή. Έχω μηδενική εμπειρία. Θέλω να είμαι καλύτερα ενημερωμένος και εκπαιδευμένος για το πώς να αντιμετωπίζω προβλήματα στο διαδίκτυο», είπε γονέας που συμμετείχε στην έρευνα.
Σίγουρα δεν υπάρχουν «πρέπει» και «δεν πρέπει» σύμφωνα με τη Μαριάννα Τζίμα.. Καλό είναι να αποφεύγονται οι ακραίες αντιδράσεις ακόμα κι αν τα ίδια τα παιδιά έχουν «κάνει λάθη», έχουν εμπλακεί, δηλαδή, σε επικίνδυνες διαδικτυακές συμπεριφορές. Και αυτό γιατί είναι σημαντικό τα παιδιά να αισθανθούν ότι οι γονείς/κηδεμόνες τους θα λειτουργήσουν υποστηρικτικά και θα τα βοηθήσουν να αντιμετωπίσουν την οποιαδήποτε κατάσταση. Οι γονείς χρειάζεται να δώσουν χρόνο στον εαυτό τους, ακόμα και να επικοινωνήσουν με επαγγελματίες που μπορούν να τους κατευθύνουν τόσο στο πρακτικό κομμάτι διαχείρισης της κατάστασης όσο και στο ψυχολογικό. Όπως τόνισε, είναι πολύ σημαντικό τα παιδιά να μάθουν ότι πρέπει να σπάνε τη σιωπή τους και να ζητούν βοήθεια και οι γονείς αντίστοιχα να είναι ανοιχτοί να ακούσουν τα παιδιά και να τα κάνουν να τους εμπιστευτούν.
Τι να κάνω αν αντιληφθώ κάποια κακοποιητική συμπεριφορά
Ωστόσο, τι πρέπει να κάνει ένας γονιός αν αντιληφθεί κάποια κακοποιητική συμπεριφορά σε βάρος του παιδιού του μέσω διαδικτύου; Σε αυτή την περίπτωση, όπως αναφέρει η Μαριάννα Τζίμα, χρειάζεται άμεση δράση του γονέα/κηδεμόνα, χωρίς όμως αυτή να έχει παρεμβατικό χαρακτήρα. Καλό είναι να μιλήσουν ανοιχτά με το παιδί για τα γεγονότα, που έχουν διαπιστώσει ότι συμβαίνουν και να έχουν τη διάθεση να ακούσουν την άλλη πλευρά κάνοντας το παιδί να νιώσει ασφάλεια. Ακόμα, όπως σημείωσε η Χριστίνα Κυριακίδη, οι γονείς επειδή πολλές φορές νιώθουν άγνοια και ανασφάλεια στο να αντιμετωπίσουν τέτοιου είδους περιστατικά, καλό είναι να αναζητήσουν βοήθεια από κάποιον ειδικό Ψυχικής Υγείας ώστε να λάβουν την κατάλληλη στήριξη, αλλά και συμβουλές για το πώς να αντιμετωπίσουν το περιστατικό. Είναι πολύ σημαντικό τα παιδιά να γνωρίσουν την αξία της πρόληψης και να μάθουν να αναγνωρίζουν τα σημάδια της διαδικτυακής βίας.
Είναι καλό να υπάρχουν όρια στην έκθεση των παιδιών στο διαδίκτυο;
Φυσικά οι γονείς είναι λογικό να θέλουν να έχουν έλεγχο όσον αφορά την έκθεση του παιδιού τους στο διαδίκτυο, γι’ αυτό και όπως είπε γονέας στο πλαίσιο της έρευνας «μία εποχή παρακολουθούσα συνεχώς το παιδί μου για να σιγουρευτώ ότι δεν συμβαίνει τίποτα περίεργο… ο πατέρας της και εγώ ήμασταν αυστηροί, θέσαμε χρονικό όριο στη χρήση του διαδικτύου».
Σύμφωνα με τη Μαριάννα Τζίμα, οι γονείς χρειάζεται να βάζουν όρια στην ενασχόληση του παιδιού τους με το διαδίκτυο, αφού πρώτα έχουν αφουγκραστεί τις ανάγκες του παιδιού χωρίς αυστηρό ύφος και τιμωρία, καθώς αυτό μπορεί να έχει τα αντίθετα αποτελέσματα. Η διακριτικότητα και η αποφυγή άσκησης κριτικής είναι κάτι πολύ σημαντικό, όπως λέει και η Χριστίνα Κυριακίδη, για να καταφέρουν οι γονείς να κάνουν το παιδί να νιώσει ασφάλεια, αποφεύγοντας να δείξουν το άγχος και την αμηχανία που μπορεί να έχουν.
Σίγουρα δεν υπάρχει οδηγός για γονείς και κηδεμόνες, όμως αυτό που πρέπει να κρατάνε στο μυαλό τους οι γονείς είναι ότι θα πρέπει να είναι κοντά στα παιδιά τους ώστε εκείνα να σκέφτονται πως ό,τι και να τους συμβεί μπορούν να μιλήσουν με τη μαμά και τον μπαμπά, καθώς θα τους βοηθήσουν και όχι ότι δεν πρέπει με τίποτα να το μάθουν γιατί μπορεί να τιμωρηθούν.
Η υποστήριξη των γονέων για να μπορούν να αντιμετωπίσουν περιστατικά διαδικτυακής βίας και να είναι κατάλληλα προετοιμασμένοι είναι πολύ σημαντική. Πλέον οι γονείς μπορούν να αναζητήσουν υποστήριξη από επαγγελματίες, δικηγόρους ψυχολόγους και εκπαιδευτικούς στη νέα διαδικτυακή πλατφόρμα του έργου TRACeD, που επιτρέπει στους γονείς να έρχονται σε επαφή με ψυχολόγους, εγκληματολόγους, δικηγόρους και εκπαιδευτικούς, ώστε να ενημερωθούν και να λάβουν απευθείας κοινωνική και νομική στήριξη για περιστατικά διαδικτυακής βίας.
Το TRACeD είναι ένα διετές, συγχρηματοδούμενο από την ΕΕ έργο που ξεκίνησε τον Μάρτιο του 2022 και λήγει τον Φεβρουάριο του 2024. Υλοποιείται από το Κέντρο Ευρωπαϊκού Συνταγματικού Δικαίου – Ίδρυμα Θεμιστοκλή και Δημήτρη Τσάτσου, μαζί με τους ακόλουθους εταίρους: ActionAid Hellas, CODECA – Center for Social Cohesion, Development & Care, CSIi – Cyber Security International Institute, Fondazione Carolina και το Πανεπιστήμιο της Λιουμπλιάνα.
Χρηματοδοτούμενο από την Ευρωπαϊκή Ένωση, Πρόγραμμα «Πολίτες, ισότητα, δικαιώματα και αξίες» (CERV-2021-DAPHNE). Ωστόσο, οι απόψεις και θέσεις που εκφράζονται στο παρόν άρθρο είναι αποκλειστικά του συντάκτη/των συντακτών και δεν αντικατοπτρίζουν κατ’ ανάγκη εκείνες της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Η Ευρωπαϊκή Ένωση και η χορηγούσα αρχή δεν μπορούν να θεωρηθούν υπεύθυνες γι’ αυτές.